Ανεξαρτήτως της μεθόδου γονιμοποίησης (με IVF ή ICSI), το επόμενο πρωινό οι εμβρυολόγοι παρατηρούν την καλλιέργεια για να διαπιστώσουν πόσα ωάρια έχουν γονιμοποιηθεί. Τα χρωμοσώματα του ωαρίου και εκείνα του σπερματοζωαρίου έχουν εν τω μεταξύ συμπυκνωθεί σε δύο «προπυρήνες», οι οποίοι κατά την διάρκεια της ημέρας συγκλίνουν προς το κέντρο του ωαρίου, και τελικώς συγχωνεύονται σε έναν (κανονικό και μοναδικό) πυρήνα.
Έχει τότε σχηματιστεί το πρώτο κύτταρο του νέου οργανισμού. Συνηθίζουμε να αποκαλούμε το πρώτο αυτό κύτταρο «έμβρυο». Επισημαίνουμε ότι αυτό το «έμβρυο» έχει ακόμη το μέγεθος του ωαρίου (περίπου ένα δέκατο του χιλιοστού). Η παρουσία δύο «προπυρήνων» και δύο πολικών σωματίων υποδηλώνει ότι έχει επέλθει φυσιολογική γονιμοποίηση.
Συνήθως, το ποσοστό γονιμοποιήσεως στο εργαστήριο κυμαίνεται από 50% έως και 100%. Το ποσοστό εξαρτάται από την ποιότητα ωαρίων, τον βαθμό ωριμότητας τους (τα ανώριμα και τα υπερώριμα ωάρια σπάνια γονιμοποιούνται), από την γονιμοποιητική ικανότητα του σπέρματος και από τις εργαστηριακές συνθήκες καλλιέργειας.
Επισημαίνουμε ότι η εξωσωματική γονιμοποίηση αποτελεί και μία πρώτη, σαφή ένδειξη ότι τα ωάρια και τα σπερματοζωάρια του συγκεκριμένου ζευγαριού μπορούν να συνενωθούν.
Σε ορισμένες περιπτώσεις ανεξήγητης υπογονιμότητας, ανακαλύπτουμε ότι μία πιθανή αιτία του προβλήματος είναι η αδυναμία των σπερματοζωαρίων να γονιμοποιήσουν τα ωάρια είτε διότι τα σπερματοζωάρια δεν προσκολλώνται στο ωάριο, είτε διότι η κινητικότητα τους εκμηδενίζεται μετά από μερικές ώρες καλλιέργειας και δεν έχουν την ικανότητα να διαπεράσουν τη διάφανη ζώνη.
Το ποσοστό γονιμοποιήσεως δεν αποτελεί απαραίτητα ένδειξη της ποιότητας των εμβρύων που θα προκύψουν. Τα έμβρυα είναι στην πραγματικότητα αυτοδύναμα και συχνά επιτυγχάνεται εγκυμοσύνη από ένα και μοναδικό έμβρυο. Κατά συνέπεια, το περιορισμένο ενδεχομένως ποσοστό γονιμοποιήσεως δεν πρέπει να προκαλεί ανησυχίες για την έκβαση της προσπάθειας.
Το δεύτερο πρωινό μετά την ωοληψία, τα γονιμοποιημένα ωάρια έχουν ήδη επιτελέσει δύο διαιρέσεις. Εκτιμάται ότι κατά κανόνα, το ποσοστό των εμβρύων που θα επιτελέσουν διαιρέσεις υπερβαίνει το 70% (δηλαδή σχεδόν όλα τα γονιμοποιημένα ωάρια διαιρούνται). Τυπικά, η πρώτη διαίρεση επέρχεται 16 ώρες περίπου μετά την γονιμοποίηση (το «έμβρυο» απαρτίζεται πλέον από δύο κύτταρα) και οι διαιρέσεις συνεχίζονται με αυξανόμενο ρυθμό (έμβρυα με 4, 8, 16, 32 κύτταρα). Στη Βιοδημιουργία με την δυναμική καλλιέργεια των εμβρύων που εφαρμόζουμε, έχουμε μέγιστο ποσοστό εξέλιξης σε βλαστοκύστεις.